Εκδρομή στη Βεργίνα

ΒΕΡΓΙΝΑ
Το όνομα του μικρού ταπεινού χωριού, κτισμένο από τους πρόσφυγες του Πόντου, έμελε να μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη όλου του κόσμου. Ήταν το 1976, όταν ο καθηγητής Μανώλης Ανδρόνικος, επικέντρωνε τις έρευνές του σε ένα χαμηλό ύψωμα, μία «τούμπα» στις παρυφές του χωριού. Οι «τούμπες», όπως τις ονομάζουν οι ντόπιοι, αποτελούν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του μακεδονικού τοπίου και ήταν ήδη από τον 19ο αιώνα γνωστό, ότι στην καρδιά τους κρύβουν λείψανα του παρελθόντος. Η «Μεγάλη Τούμπα» της Βεργίνας εξωτερικά δεν παρουσίαζε τίποτε το ιδιαίτερο, που θα την έκανε να ξεχωρίζει από δεκάδες άλλες. Η συγκλονιστική ανακάλυψη που επρόκειτο να γίνει εκεί αποτελούσε ένα απίστευτο ανακάτωμα διαίσθησης, επιμονής, τύχης και πεπρωμένου. Ο ακούραστος ερευνητής μετά από τριάντα χρόνια ερευνών, θα συνέδεσε το όνομά του με τη μεγαλύτερη αρχαιολογική ανακάλυψη του 20ου αιώνα και θα έκανε το όνομα της Βεργίνας διάσημο σε όλη την υφήλιο.
Έως τότε, άλλοι επιφανείς αρχαιολόγοι, είχαν ταυτίσει στην ίδια περιοχή τα τείχη, το θέατρο και το ανάκτορο μίας σημαντικότατης πόλης, των Αιγών, της αρχαίας πρωτεύουσας των Μακεδόνων. Όταν ο καθηγητής Ανδρόνικος άρχισε τις έρευνες, η «Μεγάλη Τούμπα» είχε ύψος 13 μέτρα και μία διάμετρο που πλησίαζε τα 100. Το 1976 υπήρξε μία λαμπρή χρονιά για τις ανασκαφές του, καθώς ήρθαν στο φως πολυάριθμες επιτύμβιες στήλες του 4ου και των αρχών του 3ου αιώνα π.Χ. Πολλές από αυτές ήταν γραπτές και έφεραν χαραγμένα πάνω τους τα ονόματα και τα πατρώνυμα των αρχαίων μακεδόνων. Η ύπαρξη ενός σημαντικού νεκροταφείου στην περιοχή ήταν γνωστή και από παλαιότερες έρευνες. Τίποτε άλλο δεν προμήνυε ωστόσο το τι θα ακολουθούσε.
Την επόμενη χρονιά, σχεδόν ανέλπιστα, αποκαλύπτεται ένας μεγάλος μακεδονικός τάφος. Είναι κτισμένος με δόμους και έχει τη μορφή μεγάρου με προθάλαμο και την πρόσοψη ενός ναού. Το πιο ενδιαφέρον εξωτερικό χαρακτηριστικό του τάφου είναι η μεγάλη τοιχογραφία στη δωρική πρόσοψη του μνημείου. Σε μία ζωφόρο μήκους 5,60 μέτρων παριστάνεται μία πολυπρόσωπη σκηνή κυνηγιού μέσα στο πλούσιο τοπίο ενός άλσους, μία ξεχωριστή σύνθεση με πλούσια χρώματα. Η μνημειακή θύρα του τάφου είναι σφραγισμένη. Ο τάφος είναι ασύλητος και ο αρχαιολόγος θα περάσει στο εσωτερικό του από μία τρύπα στην οροφή. Αυτό που αντικρίζει ξεπερνάει κάθε προσδοκία. Μία πανοπλία πολεμιστή βρίσκεται τοποθετημένη στον πίσω τοίχο, όπως την άφησαν πριν 2300 χρόνια, ενώ στο δάπεδο βρίσκονταν μία χρυσελεφάντινη κλίνη και όλα τα πολύτιμα σκεύη που συνόδευαν τον νεκρό στην τελευταία του κατοικία. Τέλος κλεισμένα σε μία χρυσή λάρνακα με το έμβλημα των μακεδόνων βασιλέων βρίσκονται τα οστά του νεκρού. Έκπληκτος ο καθηγητής καταλαβαίνει ότι βρίσκεται ενώπιον ενός νεκρού βασιλιά της αρχαίας Μακεδονίας, που πέθανε κάπου στη δεκαετία του 330 π.Χ. Εκείνη τη μαγική στιγμή, δεν τολμάει να σκεφτεί ποιος θα μπορούσε να είναι.
Ο τάφος μετά από πολύ περίσκεψη θα αποδοθεί στο Φίλιππο Β΄, τη μεγάλη στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία του 4ου αιώνα π.Χ., τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο βασιλιάς Φίλιππος δολοφονήθηκε στο θέατρο των Αιγών, κατά τη διάρκεια των γάμων της κόρης του Κλεοπάτρας. Πολλές πτυχές της δολοφονίας του παρέμειναν ιστορικά σκοτεινές. Θάφτηκε μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά από τον τόπο του εγκλήματος.
Ένας δεύτερος γρίφος περίμενε τους αρχαιολόγους στον προθάλαμο του ίδιου τάφου, όπου βρέθηκε μία δεύτερη χρυσή λάρνακα που περιείχε τα οστά μίας γυναίκας, τυλιγμένα σε χρυσοΰφαντο ύφασμα. Η ταφή αποδόθηκε πιθανώς στην τελευταία σύζυγο του Φιλίππου Β’, Κλεοπάτρα. Μία ακόμη χρυσελεφάντινη κλίνη συμπλήρωνε τα πλούσια κτερίσματα του τάφου, ενώ τα βαρύτιμα χρυσά στεφάνια και τα διαδήματα πρόδιδαν – αν υπήρχε ποτέ αμφιβολία – για άλλη μία φορά την βασιλική καταγωγή των νεκρών.
Ο τάφος επικράτησε να λέγεται «τάφος του Φιλίππου», ωστόσο τα τελευταία χρόνια αρκετοί επιστήμονες, με διόλου ευκαταφρόνητα επιχειρήματα χρονολόγησαν τον τάφο 20 περίπου χρόνια αργότερα από το 336 π.Χ., που δολοφονήθηκε ο Φίλιππος. Η νέα αυτή χρονολόγηση μας φέρνει πολύ κοντά στη χρονιά που δολοφονήθηκε ο Αριδαίος, ο ετεροθαλής αδελφός του Μ. Αλεξάνδρου και ένας από τους διαδόχους του μακεδονικού θρόνου. Ο επιστημονικός διάλογος σχετικά με την ταυτότητα του νεκρού συνεχίζεται ακόμα σήμερα, χωρίς να έχει καταλήξει, καθώς και οι δύο πλευρές έχουν τα επιχειρήματά τους. Όποιος όμως και αν είναι ο νεκρός, η σημασία της ανακάλυψης του Ανδρόνικου δεν επισκιάζεται πλέον.
Μέσα στο χρυσάφι και τη λάμψη της ανακάλυψης ενός ασύλητου μακεδονικού βασιλικού τάφου, σχεδόν ξεχάστηκε ένας δεύτερος τάφος που βρέθηκε την ίδια χρονιά. Είναι ο λεγόμενος «τάφος της Περσεφόνης». Συλημένος ήδη από την αρχαιότητα, μας διέσωσε ωστόσο δείγματα μίας τέχνης, της οποίας όλα τα έργα σχεδόν έχουν χαθεί. Ο «τάφος της Περσεφόνης» διακοσμούνταν με θαυμάσιες τοιχογραφίες με θέματα εμπνευσμένα από τη μυθολογία. Από αυτά ξεχωρίζει η αρπαγή της Περσεφόνης από το θεό του Κάτω Κόσμου, τον Πλούτωνα. Η ζωγραφική αυτή σκηνή, κατά την άποψη των ιστορικών της τέχνης, αποτελεί από μόνη της μία από τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα και μας αποζημιώνει για όσα φορητά πολυτελή αντικείμενα τυχόν αφαίρεσαν οι τυμβωρύχοι. Οι τοιχογραφίες με τη ζωντάνια των χρωμάτων και την εντυπωσιακή γραμμή τους φανερώνουν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία, στοιχείο που δικαιολογεί την απόδοσή τους σε ένα μεγάλο ζωγράφο της εποχής, πιθανώς τον Νικόμαχο.
Ένας τρίτος μακεδονικός τάφος αποκαλύφθηκε το 1978 στη «Μεγάλη Τούμπα», δίπλα στον τάφο του Φιλίππου Β΄. Ο τάφος αυτός, αισθητά μικρότερος και κατά τι νεότερος από αυτόν «του Φιλίππου», περιείχε τα οστά ενός εφήβου περίπου 14 ετών, τοποθετημένα σε μία αργυρή υδρία που έφερε ως επίστεψη χρυσό στεφάνι. Δε γνωρίζουμε σε ποιον μπορεί να ανήκε, θα πρέπει όμως να ήταν μέλος της βασιλικής δυναστείας. Γι αυτό και ο τάφος ονομάστηκε συμβατικά «τάφος του πρίγκηπα». Και αυτός ο τάφος γλύτωσε από τη μανία των τυμβωρύχων: μας διέσωσε όλα τα ταφικά δώρα του νεκρού, τα πολύτιμα σκεύη και τα όπλα του, καθώς και μία ακόμα χρυσελεφάντινη κλίνη. Μια στενή ζωφόρος με θέμα την αρματοδρομία διακοσμεί με τα ωραία χρώματά της τους τοίχους στο εσωτερικό του προθαλάμου.
Στο σύνολο των μνημείων της Μεγάλης Τούμπας εντάσσονται δύο ακόμα μνημεία πιο αποσπασματικά, αλλά εξίσου σημαντικά.
Δίπλα στον τάφο της Περσεφόνης βρέθηκαν τα θεμέλια ενός ηρώου, δηλαδή ενός πώρινου υπέργειου οικοδομήματος, που κατά τα φαινόμενα είχε ανεγερθεί προς τιμήν κάποιου νεκρού, πιθανόν αυτού που βρισκόταν μέσα στον «τάφο του Φιλίππου».
Τέλος, λίγο μακρύτερα από τους τρεις μακεδονικούς τάφους, στην περιφέρεια της Μεγάλης Τούμπας, βρέθηκαν το 1980 τα λείψανα ενός ακόμα μακεδονικού τάφου, γνωστού ως «τάφος των ελεύθερων κιόνων». Υπολογίζεται ότι θα πρέπει να ανεγέρθηκε γύρω στο 300 π.Χ. και να υπήρξε πλούσιος, όπως φάνηκε από τα λίγα αλλά εντυπωσιακά ευρήματα, καθώς και την ελεύθερη διαμόρφωση της πρόσοψης με τους τέσσερις ελεύθερους δωρικούς κίονες, από όπου άλλωστε έλαβε και το όνομά του.
Το σύνολο των βασιλικών ταφών, σκεπάστηκε κατά τη διάρκεια της αρχαιότητας από έναν πελώριο τύμβο. Αυτό συνέβη πιθανότατα, μετά την αποχώρηση του βασιλιά Πύρρου και των μισθοφόρων του, ύστερα από τις λεηλασίες που είχαν υποστεί οι τάφοι της αρχαίας πόλης από τους επιδρομείς (274/3 π.Χ.). Έτσι ο μεγάλος τεχνητός λόφος που οι σύγχρονοι ονόμασαν «Μεγάλη Τούμπα», σκέπασε τους τάφους και τις μικρές τούμπες εξήντα χρόνια μετά τη δημιουργία τους και παρέμεινε ένα σταθερό ορόσημο της περιοχής. Μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφής της Μεγάλης Τούμπας, κατασκευάστηκε το 1992 ένα μεγάλο προστατευτικό οικοδόμημα με εξωτερική μορφή εκείνη της τούμπας, το οποίο στέγασε τα σημαντικά αυτά μνημεία. Με τον τρόπο αυτό ο επισκέπτης έχει ακόμη και σήμερα την εικόνα του μεγάλου επιτάφιου λόφου, που σημάδευε τη θέση των τάφων.
Πρόσφατα, στα τέλη του 1997, το Υπουργείο Πολιτισμού εγκαινίασε στο εσωτερικό του προστατευτικού κελύφους έκθεση με τα αντικείμενα και τα κτερίσματα των μεγάλων τάφων και άλλων μικρότερων της περιοχής. Εκτίθενται οι χρυσές λάρνακες του τάφου του Φιλίππου, ορισμένα όπλα και σκεύη, μακέτες και φωτογραφίες μνημείων. Από τα εκθέματα ξεχωρίζουν οι χρυσελεφάντινες κλίνες του τάφου του Φιλίππου, με τις ένθετες ελεφαντοστέινες κεφαλές του Φιλίππου και του Μ. Αλεξάνδρου, έργα μοναδικά για την τέχνη τους και για τα πολύτιμα υλικά από τα οποία κατασκευάστηκαν.
Kείμενα
Γιώργος Kουτσουφλάκης - Aρχαιολόγος